Η πολυνομία, η πολυνομοθεσία και η προβληματική εφαρμογή των νόμων (ή ακόμα και καθόλου εφαρμογής τους) συνιστά ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα του Ελληνικού Δικαίου, με σοβαρές συνέπειες στην Ελληνική κοινωνία. Οι πολίτες πρέπει να μπορούν να γνωρίζουν τον νόμο και να δημιουργούνται οι μηχανισμοί και οι δικλείδες για την εφαρμογή των νόμων. Το κοινοβουλευτικό έργο πρέπει επιτέλους να παύσει να περιλαμβάνει φωτογραφικούς νόμους “παραθυράκια” και γενικά μικροπολιτικά συμφέροντα. Η εξοικείωση του κάθε πολίτη με τα δικαιώματα του και και τους ισχύοντες νόμους πρέπει να γίνει αναπόσπαστο τμήμα της Ελληνικής παιδείας και των θεσμών δια βίου μάθησης. Η πάταξη της διαφθοράς απαιτεί από το πολιτικό σύστημα μια συνολική μεταστροφή για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η αυξημένη διαφάνεια, η δημιουργία ελεγκτικών μηχανισμών και η ανάλογη τιμωρία των εμπλεκομένων είναι τα βασικά εργαλεία για την πάταξη της διαφθοράς.
Υποστηρίζουμε τις έως σήμερα νομοθετικές και νομολογιακές ενέργειες για την ενίσχυση της δεσμευτικότητας των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Απαιτείται όμως οι αποφάσεις αυτές να είναι και άμεσα εφαρμόσιμες. Επίσης, προτείνουμε την ενίσχυση οργάνων και ανεξάρτητων διοικητικών αρχών (π.χ. Συνήγορος του Καταναλωτή, Τραπεζικός Διαμεσολαβητής κ.λπ.) που δύνανται να διευκολύνουν την εφαρμογή του νόμου και να προστατεύσουν ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Υποστηρίζουμε την κατάργηση κάθε λόγου απαλλαγής της ευθύνης (παραγραφή ειδική-γενική, λόγοι άρσης του αξιοποίνου κ.λπ.) που συνεπάγεται την απαλλαγή πολιτικών προσώπων και προσώπων που ασκούν δημόσια εξουσία για εγκλήματα, αδικήματα και παραβάσεις που αφορούν την άσκηση δημόσιας εξουσίας και δημόσιας επιρροής. Συμφωνούμε με την διευρυμένη εφαρμογή του θεσμού «πόθεν έσχες» και της αυξημένης οικονομικής διαφάνειας σε όλα τα πρόσωπα που ασκούν δημόσια εξουσία, όπως και σε πρόσωπα του στενού οικογενειακού ή προσωπικούς του κύκλου. Πρέπει για τα πρόσωπα αυτά και κάθε παράβαση που προβαίνουν κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας να υφίσταται ουσιαστική και νομική ευθύνη.
Απαιτείται άμεσα μία ριζική μεταρρύθμιση στο σωφρονιστικό μας σύστημα. Η σωφρονιστική πολιτική πρέπει άμεσα να συνδεθεί με την δημιουργία μίας ολοκληρωμένης αντεγκληματικής πολιτικής. Οι πολλαπλές καταδίκες από το ΕΣΔΑ για τις συνθήκες κράτησης στην Ελλάδα έχουν αφήσει παντελώς αδιάφορο το σημερινό πολιτικό σύστημα και τις έως σήμερα Ελληνικές κυβερνήσεις. Το σωφρονιστικό μας σύστημα εξυπηρετεί μόνο ανάγκες φαίνεσθαι χωρίς να σωφρονίζει ουσιαστικά ή να αποτρέπει την τέλεση εγκλημάτων. Μια τέτοια εκ βάθρων αναδιάρθρωση απαιτεί την χρήση των διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων και την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος. Κυριότερα, όμως απαιτείται η στοχευμένη και με ενσυναίσθηση αντιμετώπιση της ανήλικης παραβατικότητας. Το Ελληνικό σωφρωνιστικό σύστημα μόνο τύποις επιφυλάσσει ειδική μεταχείριση στους ανήλικους δράστες εγκλημάτων, χωρίς να του προστατεύει ουσιαστικά από την είσοδό τους σε έναν κύκλο εγκληματικότητας. Το SOCIAL δεν υποστηρίζει ότι κάθε μορφή κρακτικής ή αστυνομικής βίας μπορεί να δικαιολογηθεί από την ύπαρξη μίας αόριστης και υποτιθέμενης εγκληματικότητας. Η μείωση της εγκληματικότητας απαιτεί τόσο αναδιάρθρωση του σωφρονιστικού συστήματος, όσο και ουσιαστικές κοινωνικές παρεμβάσεις σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.